Τον είχε καταγγείλει και εκείνος τη μήνυσε
Έναν εφιάλτη ζούσε η Κυριακή Γρίβα, στα χέρια του συντρόφου της, που τη δολοφόνησε έξω από το αστυνομικό τμήμα των Αγίων Αναργύρων, σύμφωνα με τα νέα στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας.
Συγκεκριμένα στη δίκη για τη δολοφονία της, έγινε γνωστό ότι το 2020, η τότε 24χρονη κοπέλα ήταν έγκυος και είχε καταγγείλει τον μετέπειτα δολοφόνο της για βιασμό. Σύμφωνα με όσα είχε πει τότε στις Αρχές:
«Είμαι αρραβωνιασμένη με τον συγκεκριμένο άνθρωπο, είμαστε μαζί από το 2018 και συγκατοικούμε σε σπίτι που νοικιάζω εγώ στο Ίλιον. Είμαι δύο μηνών έγκυος και κυοφορώ το παιδί του. Χθες το απόγευμα πήγαμε στο σπίτι της μητέρας μου στον Πειραιά για να τη βοηθήσουμε. Εκεί ο σύντροφος μου, μου δήλωσε ότι θέλει να πιει αλκοόλ και συνήθως πίνει τσίπουρο. Εγώ του είπα ότι δεν κάνει καλό να πιει γιατί όταν πίνει παραφέρεται και βγαίνει εκτός εαυτού. Αυτός αντέδρασε και είχαμε μία μικρή διαφωνία. Τότε έφυγε από το σπίτι της μητέρας μου και επέστρεψε στο σπίτι μας. Μετά από μισή ώρα έφυγα και εγώ και γύρισα στο σπίτι όπου τον βρήκα να είναι καθισμένος στον καναπέ του σαλονιού και να έχει πιει μισό μπουκάλι τσίπουρο. Αρχικά του είχα πει ότι θα μείνω στη μητέρα μου αλλά έπειτα του δήλωσα ότι δεν είναι σωστό να μένει αυτός μόνος του και εγώ στη μητέρα μου. Στη συνέχεια κάθισα και εγώ στο σαλόνι και συνομιλήσαμε γενικά για τη σχέση μας και το παιδί σε ήρεμο κλίμα. Αφού τα είπαμε φτάσαμε σε αδιέξοδο και με σκοπό να μην τσακωθούμε μου είπε να πάω μέσα όπως και έκανα» είχε πει.
Η Κυριακή Γρίβα περιέγραψε στη συνέχεια τον βιασμό της, που σύμφωνα με την οικογένειά της, είχε σαν αποτέλεσμα να χάσει το παιδί που κυοφορούσε.
«Μετά από λίγο έφυγε και πήγε στο σαλόνι αλλά ξανά γύρισε και μου ζήτησε να προχωρήσουμε σε σεξουαλική πράξη. Του είπα ότι δεν θέλω αλλά και για λόγους υγείας του παιδιού. Νευρίασε, πήγε στο σαλόνι και ξανά γύρισε. Επειδή ήθελα να ηρεμήσει και να κοιμηθεί γιατί είχε πιει, αποφάσισα τελικά να κάνουμε την πράξη. Αφού έγινε αυτό, εκείνος επέμενε να συνεχίσουμε. Εγώ του ξεκαθάρισα ότι δεν θέλω αλλά αυτός επέμενε. Επέμενα και εγώ στο “όχι” και αυτός προσπαθούσε με τα χέρια του να μου γυρίσει το σώμα και να με φέρει μπρούμυτα. Εγώ τον έσπρωξα με τα πόδια μου με αποτέλεσμα αυτός να απομακρυνθεί. Στην συνέχεια ντύθηκα και σηκωθήκαμε. Εκεί άρχισε να μου φωνάζει λέγοντας ‘τι κάνεις, γιατί το κάνεις αυτό, γιατί το παρατραβάς;’. Με έπιασε από τον λαιμό και με έσπρωχνε στο τοίχο με τα χέρια του. Εγώ αντιστεκόμουν με τα χέρια και προσπαθούσα να τον κρατήσω μακριά και του φώναζα ‘άφησε με ήσυχη, σταμάτα, σύνελθε’. Μετά, πήγαμε προς το σαλόνι όπου πάλι μου έλεγε τα ίδια ‘γιατί το κάνεις αυτό και αν θες να φύγεις, φύγε’ και μου άνοιξε την πόρτα και μου έδωσε τα κλειδιά. Εγώ τότε πήρα τα κλειδιά και έφυγα από το σπίτι. Δεν επιθυμώ την ποινική του τιμωρία και δίωξη καθώς τον αγαπάω! Δεν επιθυμώ να εξεταστώ για βιασμό και σωματικές βλάβες. Το μόνο που θέλω είναι ο σύντροφος μου να ακολουθεί την θεραπεία του και να μην πίνει αλκοόλ»
Της είχε κάνει μήνυση
Ωστόσο, ο κατηγορούμενος στην απολογία του περιέγραψε διαφορετικά το περιστατικό. Συγκεκριμένα είχε αναφέρει:
«Με την Κυριακή είμαστε αρραβωνιασμένοι και ζούμε στην ίδια οικία. Δεν έγιναν έτσι τα πράγματα όπως τα περιγράφει και τα αρνούμαι. Εκείνη την ημέρα δεν είχα καταναλώσει αλκοόλ και ό,τι έγινε ήταν με τη θέληση και των δύο. Ποτέ δεν έκανα κάτι χωρίς τη θέληση της. Οι σχέσεις μας είναι άψογες και θέλουμε να κάνουμε τη δικιά μας οικογένεια. Επιθυμώ τη διαδικασία της ποινικής διαμεσολάβησης»